Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ*

του Στέλιου Παπαθεμελή

Ας ανιχνεύσουμε μαζί το φαινόμενο που ονομάζεται ελληνική διάρκεια. Ποια στοιχεία το απαρτίζουν, ποιες είναι οι προοπτικές του. Ας δούμε  λοιπόν τα στοιχεία.

α. Ο τόπος. Ο Ελληνικός τόπος με την πρωτοτυπία του, τη λιτότητα των γραμμών του και την πολλαπλότητα των στιγμών του. Ο ήλιος, τα βουνά, οι ξερολοθιές των αιγαιακών νησιών, η θάλασσα. «Αύτη η θάλασσα η μεγάλη», τ’ ουρανού τα χρώματα, οι εναλλαγές τους, η μελωδία της φύσης, η γλυκύτητα του κλίματος, η ποικιλία του λίγου. Με μια λέξη η αρμονία (πρβλ. σχετικά Χ. Καρούζος, Αρχαία Ελληνική Τέχνη, σ. 3 επ.).

Με σημείο αναφοράς τον «τόπο» ο μεγάλος Σταγειρίτης (Αριστοτέλους Πολιτικά 1327b, 28) παρατηρεί: «Το δε των Ελλήνων γένος, ώσπερ μεσεύει κατά τους τόπους, ούτως αμφοίν μετέχει, και γαρ ένθυμον και διανοητικόν εστίν, διοπερ ελεύθερόν τε διατελεί και βέλτιστα πολιτευόμενον και δυνάμενον άρχειν πάντων, μιας τυγχάνον πολιτείας».

[Το γένος των Ελλήνων όπως έχει ενδιάμεση γεωγραφική θέση (μεταξύ ευρωπαϊκών εθνών που ζουν σε ψυχρούς τόπους και ασιατικών που ζουν σε θερμούς) έτσι γυγκεντρώνει τα θετικά και των δύο· διότι και έντονο θυμικό και οξύ μυαλό έχει. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι ελεύθερο και άριστα πολιτεύεται και εάν οι ελληνικές πόλεις διέθεταν και ενιαίο πολιτικό βίο θα μπορούσε να άρξει σε ολόκληρη την ανθρωπότητα].

Για τον ελληνικό τόπο και την καταλυτική επίδραση που ασκεί στους ανθρώπους του ισχύει πράγματι αυτό που ο Γοργίας αποδίδει στο «ον». Και αν κανείς μπορεί να τον καταλάβει δυσκολεύεται να το εκφράσει και να το ερμηνεύσει στους άλλους («Ει και καταληπτόν αλλά τοι γε ανέξοιστον και ανερμήνευτον τω πέλας»).

Η εσωτερική ζωντάνια, ο ποιητικός ρυθμός, η υπέρβαση της φθοράς και σ’ αυτήν την μοναδική φύση μια σπάνια ανθρώπινη φύση: ο ελληνικός κόσμος. Με τις αδυναμίες του, τις ελλείψεις του, αλλά και την αμετακίνητη επιμονή του να υπερβαίνει τη φθορά και τον χρόνο.

β. Ο λόγος. Ο ελληνικός λόγος «Του δε λόγου του δ’ εόντος αεί γινομένων γαρ πάντων κατά τον λόγον» υπογραμμίζει ο Ηράκλειτος. Οι Έλληνες έδωσαν στον κόσμο τον λόγο.

Ο έναρθρος, ο έντεχνος και ο φιλόσοφος λόγος ξεκινούν απ’ αυτόν εδώ τον τόπο «με τη μοναδικότατη και γονιμότατη ελληνική γλώσσα» που κατά την εύστοχη παρατήρηση του Gibbon «δίνει κορμί στις φιλοσοφικές αφαιρέσεις και ψυχή στα αντικείμενα των αισθήσεων», ο ελληνισμός δάνεισε στις ευρωπαϊκές γλώσσες τις λέξεις και τις έννοιες των βασικών λειτουργιών της πνευματικής ζωής. Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, τα ομηρικά έπη είναι ο πρώτος λόγος των Ελλήνων. Είναι «λόγος περί του γένους, περί του συνόλου» (Ι. Θεοδωρακόπουλος, Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του Ελληνισμού, σ. 5).

Ο λυρικός λόγος που το διαδέχεται είναι ο λόγος του μέρους, του υποκειμένου.

Τέλος ο φιλόσοφος λόγος είναι η απάντηση στο πρόβλημα της αλήθειας, του αγαθού και του ωραίου, η αρχή της επιστήμης. Είναι το σύστημα με το οποίο επιχειρεί κανείς να ερμηνεύσει τον κόσμο, τον άνθρωπο και τον εαυτό του. Τόπος γεννήσεώς του τα νησιά του Αιγαίου και η πανάρχαια κοιτίδα του ελληνισμού η Ιωνία.

Σε λίγο στην Αθήνα μετά τη συνωμοσία του Κύλωνα, τους νόμους του Δράκοντα, την πολύ ανθρώπινη νομοθεσία του Σόλωνα και την παλινδρόμηση της τυραννίας του Πεισίστρατου έρχεται η πρώτη δημοκρατία, η δημοκρατία του Κλεισθένη.

Εκείνη την ώρα ο ελληνικός λόγος κερδίζει τη μεγαλύτερη κατάκτησή του την τραγωδία. Αυτή κατά τον κλασικό ορισμό του Αριστοτέλη (Περί Ποιητικής, VI, 1449B) είναι «μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας, μέγεθος εχούσης, ηδυσμένω λόγω, χωρίς εκάστου των ειδών εν τοις μορίοις, δρώντων και ου δ’ απαγγελίας, δι’ ελέου και φόβου περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν».

[Μίμηση σοβαρής και τέλειας πράξης, η οποία έχει αρκετό μέγεθος, με καρυκευμένο λόγο και χωριστά μέρη. Συντελείται με δράση και όχι απλήν απαγγελία και επιτυγχάνει δια του ελέου και του φόβου που διεγείρει την κάθαρση αυτών των φοβερών και οικτρών παθημάτων].

Την ώρα που γεννιέται η τραγωδία, στο άστυ εμπεδώνεται και επεκτείνεται η λαϊκή κυριαρχία και ο λαός αρχίζει να αποφασίζει για τα πεπρωμένα του. Είναι εκπληκτικό ότι αυτό το είδος του λόγου που άνθισε στην αρχαία Ελλάδα για ογδόντα μόνο χρόνια, ακμή που συμπίπτει με την πολιτική άνθηση της Αθήνας εξακολουθεί με μιαν επικαιρότητα μοναδική να παίζεται σήμερα στα μεγάλα θέατρα του κόσμου. Τριάντα δύο διασωζόμενες (από τις περίπου 1.000) τραγωδίες του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη είναι, παρά το χρόνο, τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Η έννοια του τραγικού με τον χορό και πρόσωπα προβάλλει την ιδέα της θείας δίκης επισημαίνοντας στον άνθρωπο την ευθύνη των πράξεών του. Ο άνθρωπος αντιμετωπίζει πλέον τη μοίρα του εν ελευθερία. Βασανίζεται ίσως συχνά και οδυνάται αλλά είναι διάχυτη η αγάπη του στη ζωή και η πίστη του στον άνθρωπο.

Τα εκπληκτικότερα αριστουργήματα του παγκόσμιου έντεχνου λόγου γράφτηκαν στα ελληνικά. Είναι ώρα ίσως για την ανάληψη μιας διεθνούς σταυροφορίας για τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας.

γ. Η δημοκρατία είναι το λαμπρό δημιούργημα του 5ου αιώνα. Η πόλις, η ισηγορία και ο λόγος αλληλένδετες έννοιες. Ο Κλεισθένης άνοιξε το δρόμο, έφτιαξε τις αντικειμενικές προϋποθέσεις της λαϊκής κυριαρχίας. Έτσι σε λίγο η Αθήνα γίνεται η «της Ελλάδος παίδευσις». Και το πολίτευμά της «δια το μη ες ολίγους, αλλ’ ες πλείονας οικείν δημοκρατία κέκληται». Δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά ο κόσμος, οι επιστήμες του, η πρόοδός του δεν έχουν επινοήσει καλύτερο πολίτευμα απ’ τη δημοκρατία και σε πολλές περιοχές της γης είναι ακόμη απαγορευμένο αγαθό.

Η κριτική και η πολιτική σκέψη κατακτήσεις της δημοκρατίας, η ελευθερία και ο διάλογος πολύτιμα «εργαλεία» της, είναι εγγυήσεις για την ευτυχία του κόσμου, του αυριανού κόσμου.

δ. Η τέχνη. Τα μνημεία της ελληνικής ευαισθησίας φθάνουν την ώρα της εκθαμβωτικής άνθησης του 5ου π.Χ. αιώνα στο επίτευγμα της τελειότητας. Καμαρώνουμε αυτή την αίσθηση της ισορροπίας και της αρμονίας σήμερα στα έξοχα ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης. Τα αισθανόμαστε όλα αυτά μέσα στην ιστορία και τη ζωή. Είναι κομμάτια απ’ τη δική μας ζωή. Η αρχαία ελληνική τέχνη επιβλητική με την αισθητική της χάρη και το κλασικό της κάλλος είναι ο ουσιαστικότερος ερμηνευτής της ιστορίας μας.

Η βυζαντινή μας τέχνη, η τέχνη της εικόνας δεν είναι μια θρησκευτική ζωγραφιά, είναι μια αγιογραφία που εκφράζει τη ζωή της Εκκλησίας εν πνεύματι αγίω. Παριστάνει κατά μίαν έκφραση τον κόσμο των αισθήσεων και των συγκινήσεων ελευθερωμένο από την αμαρτία. Ένας από τους πιο έγκυρους σύγχρονους ζωγράφους μας, ο μακαρίτης μπαρμπα-Σπύρος Βασιλείου έγραψε χαρακτηριστικά. «Η βυζαντινή ζωγραφική έχει όλα τα χαρακτηριστικά της μοντέρνας τέχνης, κι αν ο Πικάσο κατέβαινε στο Άγιο Όρος θα είχε χρησιμοποιήσει τη βυζαντινή ζωγραφική». Η λαϊκή μας τέχνη σήμερα έχει έναν έντονο διαχρονικό χαρακτήρα, καθώς οι δημιουργοί της συνθέτουν και συγχωνεύουν όλα τα στοιχεία χωρίς χρονικές αλλά και τοπικές αποστάσεις εναρμονίζοντας το φυσικό με το μεταφυσικό. Είναι μια τέχνη όπου το υλικό της παίζει πάντοτε δεύτερο ρόλο. Καταφέρνει με τη ζωντάνια της να συνδέει, όπως λέει ο Σεφέρης ‒με αφορμή το έργο του ασπούδαχτου Θεόφιλου‒, τα ασύνδετα, να συγκρατεί τα σκορπισμένα και να ανασταίνει τα φθαρτά.

ε. Η Ορθοδοξία. Ο άλλος λόγος. Αυτός που «εν αρχή ην» και ο οποίος «σαρξ εγένετο». Η ελληνική, κοινή γλώσσα και ο ελληνικός, κοινός πολιτισμός ανοίγει το δρόμο στο Ευαγγέλιο του Θεού. Η καινή κτίση και η καινή βιοτή την οποία κομίζει στον κόσμο η έλευση του Ιησού διχοτομεί την ιστορία στα δύο. Ο ανέκφραστος και απερινόητος στην έκφραση του αγίου Μαξίμου του Ομολογητή λόγος του Θεού γονιμοποιεί την ελληνική φιλοσοφία. Και οι Μεγάλοι Έλληνες πατέρες του 4ου αιώνα επιτυγχάνουν τη σύζευξη χριστιανισμού και φιλοσοφίας. Οι ορισμοί της φιλοσοφίας γίνονται η γλώσσα του δόγματος και οι μεγάλες δυνάμεις της ψυχής το «γινώσκειν» και το «πιστεύειν» αναδεικνύονται η κινητήρια δύναμη της ιστορίας.

Ο ελληνικός λόγος κάνει την εκλογίκευση της πίστης. Η Ορθοδοξία, αυτή η ελληνική όραση του Χριστιανισμού, κηρύσσει την ενότητα βίου, ύλης και πνεύματος, επίγειας και άλλης ζωής.

Αργότερα, τον 14ο αιώνα στη Θεσσαλονίκη με πρωταγωνιστή τον επίσκοπό της, τον Γρηγόριο Παλαμά, το κίνημα της μυστικής θεολογίας αποκτά μιαν άλλη διάσταση. Και στους χρόνους της οδύνης που ακολουθούν, τους χρόνους της οθωμανικής δουλείας, η ορμή της μυστικής Θεολογίας θα διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στην αντοχή του λαού μας.

Οι νεομάρτυρες της πίστης είναι και εθνομάρτυρες. Και η εθναρχούσα Εκκλησία θα κρατήσει ζωντανή και ακοίμητη την εθνική συνείδηση προετοιμάζοντας τη λευτεριά.

στ. Η παράδοση. Το σύνολο των πολιτισμικών στοιχείων που αντέχουν στο χρόνο, αυτά που ονομάζουμε με μια λέξη παράδοση, ανανεώνεται με ιδιαίτερη έμφαση στους μετά την Άλωση χρόνους. Η προσήλωση στις μεγάλες αξίες της ζωής, την τιμή, την ανδρεία και την πίστη, δίνει τα πρότυπα συμπεριφοράς. Λαϊκή τέχνη, λαϊκός λόγος με κορυφαία έκφραση το δημοτικό τραγούδι, λαϊκά έθιμα αρδεύονται από τις πηγές των υδάτων, την ιστορία και έπος. Αυτή την ώρα ένας Μακρυγιάννης θα διδάξει ότι οι Έλληνες, οι αρχαίοι Έλληνες, είναι «οι γονέοι της ανθρωπότης».

ζ. Και μια παρένθεση: Η εκφραστικότερη ανθρώπινη περίπτωση διάρκειας είναι αυτή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το ιστορικό πρόσωπο αυτής της σπάνιας ανθρώπινης φύσης με τις μεγαλοφυείς πολιτικές συλλήψεις, τα εκπληκτικά στρατιωτικά κατορθώματα, βυθίζεται στο μύθο και βγαίνει από κει κάθε φορά μεταλλαγμένο και προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις της ιστορικής συγκυρίας. Ο Αρριανός τι κι αν έγραψε την εγκυρότερη ιστορική πραγματεία βασισμένος κυρίως στις μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων, ανάμεσα στους οποίους πρώτος Πτολεμαίος ο Λάγου και Αριστόβουλος ο Αριστοβούλου. Επί αιώνες αυτό το μοναδικό φαινόμενο επιβίωσης και αδιάκοπου μετασχηματισμού στη συνείδηση των ανθρώπων, του Μακεδόνα στρατηλάτη και εκπολιτιστή εξάπτει τη φαντασία και επενδύει τα όνειρα της φυλής. Αρκεί να σκεφθεί κανείς πόσες προσαρμογές έχει υποστεί στον πανελλήνιο(θα πω και στον παγκόσμιο) θρύλο το κείμενο εκείνο, η «Διήγησις Αλεξάνδρου του Μακεδόνος» γνωστή και ως φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου. Ο Αλέξανδρος του Ψευδο-Καλλισθένη με τις αιγυπτιακές και ιουδαϊκές προσμίξεις του, θα γίνει αργότερα στο Βυζάντιο ο ευσεβής ιππότης, συμπολεμιστής του Διγενή Ακρίτα για να μεταστοιχειωθεί στους χρόνους της τουρκοκρατίας στον εμψυχωτή του απελευθερωτικού πόθου των ραγιάδων. Ο Μέγας Βασίλειος θα εξάρει τις αρετές του και θα τον προτείνει στους νέους ως πρότυπο εγκράτειας «όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων». Ενώ ο Νικηφόρος Γρηγοράς, γράφοντας στη Θεσσαλονίκη του 14ου αιώνα το εγκώμιο του πολιούχου της, θα δει στο πρόσωπο του Αγίου Δημητρίου το νέο Μεγαλέξανδρο.

Επιβλητική και βαθύτατα ανθρώπινη η μορφή το Αλέξανδρου σε όλες τις «μεταστοιχειώσεις» της διατηρεί εκείνη την αρρενωπή ανιδιοτέλεια του μεγαλοφυούς εκπολιτιστή που, αν δεν έκανε αυτό που έκανε, θα ζούσε σαν απόκοσμος καλόγηρος, ή με άλλες λέξεις θα προτιμούσε την εθελούσια φτώχεια του Διογένη. Να ο κοφτερός λόγος που του «χρεώνει» ο Πλούταρχος. (Ηθικά, Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, 332α).

«Εἰ μὴ Ἀλέξανδρος ἤμην, Διογένης ἂν ἤμην, τουτέστιν εἰ μὴ τὰ βαρβαρικὰ τοῖς Ἑλληνικοῖς κεράσαι διενοούμην καὶ πᾶσαν ἤπειρον ἐπιὼν ἐξημερῶσαι, καὶ πέρατα γῆς ἀνερευνῶν καὶ θαλάττης ὠκεανῷ προσερεῖσαι Μακεδονίαν, καὶ τὴν Ἑλλάδα σπεῖραι καὶ καταχέασθαι γένους παντὸς εὐδικίαν καὶ εἰρήνην, οὐκ ἂν ἐν ἀπράκτῳ τρυφῶν ἐξουσίᾳ καθήμην, ἀλλ´ ἐζήλουν ἂν τὴν Διογένους εὐτέλειαν».

[Αν δεν ήμουν Αλέξανδρος, θα ήθελα να είμαι Διογένης. Δηλαδή, αν δεν σκεφτόμουν να αναμείξω τους βαρβάρους με τους Έλληνες και αφού καταλάβω κάθε γη να την εκπολιτίσω και ανακαλύπτοντας τα πέρατα της γης και της θάλασσας να επεκτείνω τη Μακεδονία ως τον Ωκεανό και να σπείρω κατά κάποιον τρόπο και να απλώσω την ελληνική δικαιοσύνη και την ειρήνη σ’ όλα τα μέρη του κόσμου, δεν θα καθόμουν να απολαμβάνω κούφια εξουσία για τις υλικές της απολαύσεις, αλλά θα ζήλευα την απλότητα του Διογένη].

Η απάντηση λοιπόν στο αγωνιώδες ερώτημα της Γοργόνας του θρύλου «ο βασιλιάς Αλέξανδρος απέθανε ή ζει;», είναι: «ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει».

Με αυτές τις ιστορικές προϋποθέσεις διάρκειας εξηγείται απόλυτα η επιβίωση του Ελληνισμού ως τα σήμερα. Και δικαιώνεται η γνωστή ρήση του Χαρίλαου Τρικούπη: «Η Ελλάς προώρισται να ζήσει και θα ζήσει». Ναι, θα ζήσει αυτός ο λαός και αυτός ο τόπος που ουσία του πολιτισμού του έχει τον άνθρωπο.

Κάπου ο Σεφέρης μας θύμισε τον μύθο της Σφίγγας με τον Οιδίποδα. Όταν στο δρόμο της Θήβας ο Οιδίποδας συναντά τη Σφίγγα, εκείνη του θέτει ως γνωστόν προς λύση ένα αίνιγμα. Και η απάντηση που παίρνει είναι «ο άνθρωπος». «Τούτη η απλή λέξη», σχολιάζει ο ποιητής, «χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Οιδίποδα».

Έχει δίκαιο!

[Πρόκειται για ομιλία του Στέλιου Παπαθεμελή που δόθηκε στις 17.1.88 στη Θεσσαλονίκη κι επαναλήφθηκε σε άλλες ευκαιρίες. Τόσο αυτή η ομιλία όσο και μια δεύτερη της ίδιας περιόδου και με το ίδιο θέμα εκδόθηκαν στην Θεσσαλονίκη το 1988 σε ένα μικρό, από χρόνια εξαντλημένο, βιβλιαράκι (Η ελληνική διάρκεια, εκδόσεις Μπαρμπή) του οποίου το εξώφυλλο και οπισθόφυλλο σχεδίασε ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης].

Scroll to Top