του Θεόδωρου Ε. Παντούλα*
Βγήκαμε αμήχανοι από έναν ιστορικό κύκλο έχοντας όμως την περηφάνια ότι ούτε κιοτέψαμε ούτε ηττηθήκαμε. Και τις κόκκινες γραμμές μας δεν τις μετακινήσαμε στο ελάχιστο: με τους δημοπράτες του τόπου μας ΔΕΝ διαπραγματευόμαστε καμιά τιμή εκποίησης. Δεν αρμόζει της πατρίδας μας να είναι η νέα μεγάλη ιδέα της το ξεπούλημα, η ενεχυρίαση και ο δανεισμός. Αυτά μπορεί να είναι φιλοδοξίες των πλασιέδων του παρασιτικού παλαιοκομματισμού αλλά είναι ανάξια της ιστορίας μας, μιας ιστορίας που γίνεται άθυρμα της κληρονομικής ή της διορισμένης ολιγαρχίας, που αστυνομεύει τον τόπο. Της ολιγαρχίας που, ενώ είναι αυτουργός της καταστροφής, συστήνεται και σταδιοδρομεί σαν… σωτήρας με παλινωδίες στο εσωτερικό και κατεβασμένα παντελόνια στις Αγορές. Γιατί οι Αγορές –μην κρυβόμαστε– κάνουν κουμάντο έχοντας ως παραγιούς το εδώ πολιτευόμενο κι «αντιπολιτευόμενο» προσωπικό. Μπορούν όμως οι παραγιοί, που κατόρθωσαν αυτό το ναυάγιο, να είναι και οι ναυαγοσώστες; Εμείς λέμε ότι δεν μπορούν ούτε αυτοί ούτε οι μούτσοι τους.
Στην Δημοκρατική Αναγέννηση δεν μπερδέψαμε ποτέ το μπόι μας με την σκιά μας – χωρίς αυτό να αποτελεί τροχοπέδη στο να δώσουμε με ανιδιοτέλεια και παρρησία τις δικές μας μάχες.
Και σηκώνουμε και πάλι τα μανίκια θεωρώντας ότι ο πατριωτικός χώρος δεν είναι ούτε ουραγός ούτε ουρά απατεώνων.
Δεν μας αντιστοιχεί αυτό το βάρος αλλά το σηκώνουμε. Σε μιαν εποχή δίκαιης απαξίωσης των πολιτικών η Δημοκρατική Αναγέννηση δεν απαξιώνει την πολιτική. Η Δημοκρατική Αναγέννηση δεν υποστέλλει την σημαία αλλά ανασυγκροτείται και συνεχίζει τον αγώνα της φρονώντας ότι «δεν είμαστε όλοι ίδιοι». Συνεχίζουμε ξεπερνώντας ή αγνοώντας τα συστημικά προσκόμματα. Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι ο τόπος και οι ζωές μας χρειάζονται μια πολιτική έκφραση χωρίς εκπτώσεις και χωρίς επιλήψιμες συναλλαγές. Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι δεν μας αξίζει αυτή η υπό επιτρόπευση Ελλάδα. Δεν είναι δική μας φιλοδοξία η επιστροφή στις Αγορές. Δική μας φιλοδοξία είναι η επιστροφή στην εθνική και κοινωνική απελευθέρωση. Στη δημιουργία κι όχι στην υποθήκευση. Αυτή είναι η προοπτική που μας εμπνέει, γι’ αυτήν εργαζόμαστε και αυτήν διακονούμε.
Είμαστε βεβαίως εν πολλοίς απομονωμένοι –κι αυτό μας περιποιεί τιμή– από τα μέσα μαζικής χειραγώγησης αλλά δεν πιστεύουμε ότι είμαστε μόνοι. Πιστεύουμε ότι η φωνή μας είναι η φωνή όλων όσων δεν έχουν φωνή. Είναι η φωνή όλων όσων δεν ευθύνονται για την μεταπολιτευτική χρεωκοπία. Γι΄ αυτό δεν γυρνάμε την πλάτη στα κοινά και δεν παραδίδουμε την πατρίδα ούτε σε «προστάτες» ούτε στους «εθνικούς» εργολάβους και τους υπαλλήλους τους. Δεν φυγομαχούμε.
Λέμε όχι στην υποτέλεια, όχι στην κομματοκρατία, όχι στην αμνήστευση των ενόχων. Κι όλα ετούτα τα «όχι» δεν είναι μια απλή άρνηση, διότι έχει προηγηθεί μια μεγάλη κατάφαση. Κατάφαση στην άλλη Ελλάδα, αυτή την Ελλάδα που εργάζεται, που παράγει, που αγωνίζεται να μην μαγαρίσει τ’ ακριβό όνομά της.
Η δική μας διαδρομή δεν έχει ούτε εξαρτήσεις ούτε βαρίδια. Γι’ αυτό μπορούμε να σας κοιτάμε στα μάτια, γι’ αυτό και σε αυτή την συγκυρία προτιμούμε την διακινδύνευση μιας συστράτευσης, γιατί μόνο αυτή μπορεί ν’ αναμετρηθεί με τους τσάτσους της εξάρτησης.
Δεν μας ταιριάζουν οι συμβιβασμοί. Πολιτευόμαστε επειδή αγαπούμε την πατρίδα μας κι όχι επειδή είμαστε ανεπάγγελτοι ή κληρονόμοι βουλευτικών εδρών.
Βεβαίως όπως πάντοτε, ακόμη και στην κολοβή και κολοβωμένη μας δημοκρατία «κριτής κι αφέντης είν’ ο Θεός και δραγουμάνος του ο λαός».
Απ’ αυτόν προερχόμαστε και σ’ αυτόν λογοδοτούμε. Σε κανέναν άλλο.
* Γενικού Γραμματέα Δημοκρατικής Αναγέννησης