“Νιώθω για σε, πατρίδα μου, στα σπλάχνα χαλασμό”

Είμαστε από καλή γενιά. Από αρχαία γενιά. Δεν αντέξαμε όμως το βάρος της ιστορίας. Προσαράξαμε στην δανειοδίαιτη ανεμελιά του παρόντος. Και αύτανδροι βουλιάζουμε όσο η ορχήστρα παίζει βαριεστημένα λαμπάντες Βρυξελλών. Διότι κι η Ευρώπη κουρασμένη είναι. Και τρώει τις σάρκες της ανήμπορη να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Κι εμείς, σαρξ εκ της σαρκός της, είμαστε το μενού – ανύποπτοι και μοιραίοι.

Όλα δείχνουν ότι θα ξαναζήσουμε μεγάλες στιγμές και μεγάλες πομπές. Ανεστάλη, λόγου χάρη, για τρία χρόνια ο ΦΠΑ στις οικοδομές. Αυτό είναι το όραμά τους για την χώρα: το τσιμέντωμα. Κι ό,τι περισσεύει να μοιραστεί σε χοτ-σποτ απελπισμένων και τουριστικές ατραξιόν.

Κι από κοντά η “συνεκμετάλλευση”. Οι δουλειές δεν μπορεί να περιμένουν.

Τι να γίνει, εκτός από μικροπρεπείς, βρεθήκαμε και μικροί. Μην τα βάλουμε με τα θεριά. Ας τα αφήσουμε λοιπόν να μας καταπιούν.

Εμείς, στριμωγμένοι στους γκισέδες για τις δόσεις μας δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα από τους τοποτηρητές της εκποίησης – ούτε καν τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα. Ο παραπολιτικός υπόκοσμος θα συγχαίρει τον εαυτό του, που αντί να είναι υπόλογος, την βγάζει μπέικα κι οι υπόλοιποι, φλυαρώντας για το φύλο των αγγέλων, θα παρακολουθούμε την κατάρρευση ανήμποροι. Γιατί μόνο έτσι μπορεί να γίνει η δουλειά: όσο μένουμε παραιτημένοι και παραδομένοι σε μιαν απελπισία που ψευδώνυμα ονομάζουμε “υπομονή”.

Στην δική μας την γενιά λοιπόν, την γενιά των μαλθακών της μεταπολίτευσης, έλαχε ο κλήρος ή να γίνουμε -κυριολεκτικά- οι τελευταίοι των Ελλήνων ή η σπορά της αναγέννησής τους.

 

Scroll to Top